Άννα Φρανκ (1929 – 1945)
Η Annelies Marie “Anne” Frank ήταν μια γερμανικής καταγωγής εβραία από την πόλη της Φρανκφούρτης. Έλαβε τεράστια, διεθνή φήμη μετά θάνατον σαν αποτέλεσμα της έκδοσης του
ημερολογίου της. Μέσα σ’ αυτό καταγράφει τις εμπειρίες της, ενώ βρισκόταν κρυμμένη κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής της Ολλανδίας κατά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Άννα και η οικογένειά της μετακόμισαν στο Άμστερνταμ το 1933 αφού οι Ναζί είχαν αρχίσει να κερδίζουν δύναμη στη Γερμανία, και παγιδεύτηκαν εκεί μετά την κατοχή της Ολλανδίας, το 1940. Κι ενώ ο διωγμός των εβραίων αυξανόταν, η οικογένεια βρήκε καταφύγιο τον Ιούλιο του 1942 στα κρυφά δωμάτια της εταιρίας όπου δούλευε ο πατέρας, Όττο Φρανκ. Μετά από 2 χρόνια, η κρυψώνα τους προδόθηκε και μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Επτά μήνες μετά τη σύλληψη, η Άννα Φρανκ πέθανε από τύφο στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Bergen-Belsen, μόλις λίγες μέρες μετά το θάνατο της αδερφής της, Μαργκώ Φρανκ. Ο πατέρας τους, Όττο, ο μόνος επιζών της οικογένειας, επέστρεψε στο Άμστερνταμ μετά τον πόλεμο και ανακάλυψε ότι το ημερολόγιο της Άννας είχε διασωθεί, και μετά από πολλές προσπάθειές, κατάφερε να το εκδώσει το 1947. Μεταφράστηκε από τα ολλανδικά και εκδόθηκε πρώτα στην Αγγλία το 1952 με τίτλο «Το Ημερολόγιο Ενός Μικρού Κοριτσιού». Η Άννα Φρανκ έχει αναγνωριστεί για την ποιότητα γραφής της και έχει γίνει ένα από τα πιο γνωστά και συζητημένα θύματα του Ολοκαυτώματος.
Χέκτορ Πίτερσον(1964 – 1976)
Ο Χέκτορ Πίτερσον(1964 – 16 Ιουνίου 1976) έγινε συμβολική εικόνα της εξέγερσης στην πόλη Soweto στο απαρτχάιντ της Νοτίου Αφρικής το 1976, όταν η φωτογραφία του Sam Nzima που απεικόνιζε το νεκρό Χέκτορ στα χέρια ενός συμμαθητή του, έκανε το γύρο του κόσμου. Σκοτώθηκε σε ηλικία 12 ετών όταν η αστυνομία άνοιξε πυρ σε μαθητές που διαδήλωναν. Για χρόνια, η 16η Ιουνίου ήταν σύμβολο αντίστασης στην σκληρότητα της κυβέρνησης του απαρτχάιντ. Σήμερα είναι γνωστή σαν Παγκόσμια Ημέρα Νεολαίας – μια μέρα κατά την οποία οι νοτιοφρικανοί τιμούν τους νέους και φροντίζουν τις ανάγκες τους. Στις 16 Ιουνίου του 2002 εγκαινιάστηκε το Μουσείο στην Μνήμη του Χέκτορ Πίτερσον κοντά στο σημείο όπου πυροβολήθηκε, προς τιμή δική του και όλων όσων πέθαναν κατά την εξέγερση του 1976.
Νκόσι Τζόνσον
(1989 – 2001)
Ο Νκόσι γεννήθηκε σε μια μικρή πόλη ανατολικά του Γιοχάνεσμπουργκ το 1989 και
δε γνώρισε ποτέ τον πατέρα του. Ήταν εκ γενετής φορέας του AIDS, και υιοθετήθηκε από την Gail Johnson, μια υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων στο Γιοχάνεσμπουργκ, όταν η μητέρα του, εξασθενημένη από την ασθένεια, ήταν πια ανήμπορη να τον φροντίσει. Ο Νκόσι τράβηξε τα φώτα της δημοσιότητας για πρώτη φορά το 1997, όταν ένα δημόσιο σχολείο του Μέλβιλ (προάστιο του Γιοχάνεσμπουργκ) αρνήθηκε να τον δεχτεί εξαιτίας της αρρώστιας του. Το γεγονός προκάλεσε αναταραχές ως τα υψηλότερα πολιτικά στρώματα – αφού το Σύνταγμα της Νοτίου Αφρικής απαγορεύει τις διακρίσεις λόγω ασθενειών – και το σχολείο αργότερα ανακάλεσε την απόφασή του. Ο Νκόσι ήταν ο βασικός ομιλητής στο 13ο Διεθνές Συνέδριο για το AIDS, όπου ενθάρρυνε τα θύματα της αρρώστιας να αποκαλυφθούν και να ζητήσουν ίση μεταχείριση. Η ομιλία του τελείωνε ως εξής: ‘Νοιαστείτε για εμάς και δεχτείτε μας – είμαστε όλοι ανθρώπινα όντα. Είμαστε φυσιολογικοί. Έχουμε χέρια. Έχουμε πόδια. Μπορούμε να περπατάμε, μπορούμε να μιλάμε, έχουμε ανάγκες όπως όλους – μη μας φοβάστε – είμαστε όλοι ίδιοι’. Ο Νέλσον Μαντέλα αναφέρθηκε στον Νκόσι σαν ‘σύμβολο του αγώνα για ζωή’. Έλαβε την 5η θέση ανάμεσα στους Μεγαλύτερους Νοτιοαφρικανούς. Ως τη στιγμή του θανάτου του, ήταν το μόνο, εκ γενετής οροθετικό παιδί με τόσο μεγάλη διάρκεια ζωής.
Με τη μητέρα του, ο Νκόσι ίδρυσε ένα ξενώνα για οροθετικές μητέρες και τα παιδιά τους, το Καταφύγιο του Νκόσι, στο Γιοχάνεσμπουργκ. Το Νοέμβριο του 2005, η Gail, η θετή του μητέρα, τον εκπροσώπησε όταν έλαβε μετά θάνατον το Διεθνές Βραβείο Παιδικής Ειρήνης από τα χέρια του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Το Καταφύγιο του Νκόσι έλαβε 100.000 δολάρια από το Ίδρυμα KidsRights, καθώς επίσης και ένα αγαλματίδιο το οποίο ονομάστηκε ‘Νκόσι’ προς τιμήν του Νκόσι Τζόνσον. Η ζωή και το έργο του είναι θέμα του βιβλίου ‘We Are All The Same’ του Jim Wooten.